- περανθῇ
- περαίνωbring to an endaor subj pass 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Περάνθη — Πεδινός οικισμός (κάτ., υψόμ. 50 μ.), στην πρώην επαρχία Άρτας του ομώνυμου νομού. Βρίσκεται στα νοτιοανατολικά της πρωτεύουσας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (7 τ. χλμ., κάτ.) … Dictionary of Greek
ὑπεράνθη — ὑ̱περάνθη , ὑπερανθέω bloom exceedingly imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ὑπερανθέω bloom exceedingly pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)